Ριζική αλλαγή στη ζωή του θέλει ο εγκληματίας, Κώστας Πάσσαρης, που απασχόλησε την κοινή γνώμη το 2001 για τη δολοφονία δύο αστυνομικών.
Σήμερα στα 46 του, εμφανίστηκε φανερά αδυνατισμένος και με λιγότερα μαλλιά.
Σήμερα, εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, ενώ όπως δηλώνει θέλει να γίνει μοναχός στο Άγιο Όρος.
Λεπτομέρειες της ζωής του
Ο Πάσσαρης γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 9 Μαρτίου 1975. Ο πατέρας του ήταν Έλληνας, με καταγωγή από τις Κυκλάδες, ενώ η μητέρα του ήταν Ρουμάνα. Άρχισε να έχει προβλήματα με τον νόμο πολύ νωρίς, καθώς από παιδί είχε παραβατική συμπεριφορά. Σε ηλικία 15 ετών οδηγήθηκε στο αναμορφωτήριο για έξι μήνες, όταν η Αστυνομία βρήκε κλεμμένα αντικείμενα στο σπίτι του μετά από καταγγελίες.Μόλις βγήκε από το αναμορφωτήριο, συνελήφθη εκ νέου για επαιτεία.
Όταν υπηρετούσε την στρατιωτική του θητεία στο 29ο Σύνταγμα Πεζικού στην Κομοτηνή, κατηγορήθηκε για κλοπές μέσα κι έξω από το στρατόπεδο. Στις αρχές του 1995 συνελήφθη από την Στρατονομία (πρώην ΕΣΑ), και κλείστηκε στις στρατιωτικές φυλακές Αυλώνα, από όπου όμως κατάφερε να αποδράσει. Κηρύχθηκε λιποτάκτης και καταζητούνταν.
Τότε άρχισε να προβαίνει σε ένοπλες ληστείες και διαρρήξεις. Τελικά η αστυνομία κατάφερε να τον συλλάβει στα τέλη του 1996, μετά από περιπετειώδη καταδίωξη, αφού είχε ληστέψει μία γυναίκα έξω από τον σταθμό του Ηλεκτρικού στην Καλλιθέα.
Εξέτισε την ποινή του στις φυλακές Κασσάνδρας στην Χαλκιδική. Εκεί γνωρίσθηκε με τον Ρουμάνο κατάδικο Nικολάε Γκόρεα, με τον οποίο έγιναν στενοί φίλοι. Ο Πάσσαρης και ο Γκόρεα αποφυλακίσθηκαν μαζί το 1999 και μαζί με έναν άλλον Ρουμάνο, τον Ίον Βασίλι, ξεκίνησαν εκ νέου τις ληστείες. Την περίοδο 1999–2000 οι τρεις τους πραγματοποίησαν σειρά ένοπλων ληστειών σε ξενοδοχεία, ανταλλακτήρια συναλλάγματος και ταξιδιωτικά γραφεία στο κέντρο της Αθήνας.
Η δολοφονία των αστυνομικών
Στις 19 Φεβρουαρίου 2000 οι τρεις ληστές εντοπίστηκαν από την αστυνομία στην Πλατεία Βάθης. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών με αποτέλεσμα να τραυματισθούν δύο αστυνομικοί και να σκοτωθεί ο Ίον Bασίλι. Ο Πάσσαρης και ο Γκόρεα κατάφεραν να διαφύγουν. Ο Πάσσαρης μετά τη συμπλοκή είχε τηλεφωνήσει στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha και είχε απειλήσει την αστυνομία με αντίποινα, δηλώνοντας, «θα σκοτώσω τρεις αστυνομικούς για να εκδικηθώ».
Μετά από παράπονά του για κρίσεις επιληψίας, στις 7 Φεβρουαρίου 2001 το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ενέκρινε τη μεταγωγή του Πάσσαρη στο νοσοκομείο, σε συνεννόηση με το Τμήμα Μεταγωγών της Αστυνομίας.
Στις 16 του ίδιου μήνα δύο αρχιφύλακες του Τμήματος Μεταγωγών, οι Aθανάσιος Δρακόπουλος (47 ετών) και Διονύσιος Aλεβιζόπουλος (49 ετών) και ο σωφρονιστικός υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης Ανδρέας Φυσέκης (33 ετών) ανέλαβαν να συνοδεύσουν τον Πάσσαρη από τις φυλακές Κορυδαλλού στο Γ. Γεννηματάς: Γενικό Νοσοκομείο Αθήνας.
Άγνωστο πώς ο Πάσσαρης είχε καταφέρει να προμηθευτεί ένα πιστόλι. Με την είσοδό του στο νοσοκομείο, και ενώ φορούσε χειροπέδες, κατάφερε με γρήγορες κινήσεις να πυροβολήσει και να σκοτώσει τους δύο αστυνομικούς, καθώς και να τραυματίσει σοβαρά τον Φυσέκη, ο οποίος τελικά κατάφερε να επιζήσει.
Η διαφυγή του στη Ρουμανία
Διαφεύγοντας την σύλληψη, ο Πάσσαρης βγήκε από την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 2001 με πλαστό διαβατήριο και κατέφυγε στην Ρουμανία, συνεχίζοντας τις ληστείες. Τα ξημερώματα της 25ης Nοεμβρίου του 2001, κατά τη διάρκεια μιας ληστείας σε ανταλλακτήριο συναλλάγματος στο Βουκουρέστι, σκότωσε τον ιδιοκτήτη κι έναν υπάλληλο και αφαίρεσε 16.000 δολάρια.
Η ρουμανική αστυνομία, σε συνεργασία με την ελληνική, συνέλαβε έναν συνεργό του, εμπλεκόμενο σε κυκλώματα μαστροπείας, ο οποίος τους οδήγησε στον Πάσσαρη, τον οποίο συνέλαβαν με έφοδο. Αφού συνελήφθη και παρέμεινε υπόδικος για αρκετούς μήνες, τελικά οδηγήθηκε σε δικαστήριο του Bουκουρεστίου και του επιβλήθηκε η ποινή της ισόβιας κάθειρξης για τη ληστεία και τη διπλή ανθρωποκτονία στο ανταλλακτήριο του Βουκουρεστίου. Μέχρι σήμερα κρατείται στις ρουμανικές φυλακές της Κραϊόβα.